Αγάντα ποδαρόδρομο για τους Ποδαράδες από τα εξωτικά Πατήσια μια από τις γειτονιές που γύρισα σαν περιπλανώμενος.
Εκεί συγγενείς από τις Χαμένες Πατρίδες που έμεναν στα προσφυγικά...πού αλλού.
Για την Νέα Ιωνία μιλάμε....
Σε εργοστάσιο ταπητουργίας είχαν δουλέψει στην περιοχή τους έπαιρναν με την πρώτη λόγω προϋπηρεσίας στην Σμύρνη.
Τεχνίτες με τα όλα τους...
Το μικρό σπιτάκι κουκλίστικο μέσα με τα επιπλάκια του και τα υφαντά του
και τα κεντητά του και τα κάδρα του με ένα θέμα φυσικά...την πατρίδα τους.
Και εξηγούσαν στους μικρότερους και ο γεροντότερος άρχιζε τις ιστορίες
και καμάρωνε και ο δικός μας ο παππούς καθ΄ότι λοχίας στον Ελληνικό Στρατό
στην Σμύρνη.
Εκείνη η κουζινίτσα δεινοπαθούσε...
Κυριακή μεσημέρι και δυό γκαζιέρες αναστέναζαν....
Το μαρτύριο του φάε μπρέ....στην συνέχεια.
Ένα τραπέζι με πιατέλες γεμάτες στην μέση και πάρε από αυτό πάρε από εκείνο.
Οι πιατέλες ερχόντουσαν και από τα διπλανά σπίτια όπου είχαν μοιραστεί
στα ψυγεία του πάγου.
Τι να πρωτοφάς που ήσουνα και μπακανιάρης και δεν κατέβαινε τίποτα κάτω
και δώστου τις ενέσεις για να πάρεις μπρός.
Δύσκολα χρόνια....και άρχιζαν τα σχόλια...
"Να το μπουκώνεις με το ζόρι....ξέχασες στην Κατοχή λίρα και πενικιλλίνη".
Μετά ήταν τζάμπα έστελναν οι Τζώνηδες που μας αγαπούσαν.
'Εξω από τα προσφυγικά πολλά τα παιδιά να παίζουν και να μαζεύονται
κοντά στους μουσαφιρέους του γείτονα και είχαν λόγο.
Έβγαινα η θεία με την πιατέλα γεμάτη τηγανίτες σιροπιαστές παρακαλώ
που δεν είχαν σχέση με τις γνωστές με την ζάχαρη που ήξερες.
Με το μέλι υπήρχε θέμα λόγω τιμής.
Άρχιζαν τα δικά τους οι μεγάλοι και το σούρουπο πίσω ποδαράτο
στο σπίτι.
Με τα χρόνια χανόσουνα με τους συγγενείς και ρωτούσες γι αυτούς
σε καμμιά κηδεία ή μνημόσυνο.
"-Τι γίνεται ο μπαρμπα Βασίλης από τους Ποδαράδες;"
"-Τώωωωρα μας άφησε χρόνους."
Και όμως μου έκανε καλύτερα που τον θυμόμουνα στα καλά του
να μας λέει παλιές ιστορίες.
πίσω στα παλιά
↧
ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ ..,ΜΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΣΗΜΕΡΙ
↧