Ένας μεθυσμένος (ο ηθοποιός Μακριδάκης) μπαίνει σ'ένα οινοπωλείο ευρωπαϊκού στιλ και ζητάει να πιει κρασί σε μια τενεκεδένια οκά.
Μπεκρής: Μαγαζί.. Μαγαζί...
Γκαρσόνι: Ορίστε, κύριος.
Μπ.: Μια οκαδίτσα ρετσίνα, δυο ποτηράκια κι ένα καθρέφτη καθαρό.
Γκ.: Καθρέφτη; Και τι να τον κάνεις τον καθρέφτη; Να χτενισθείς;
Μπ.: Όχι ρε κορόιδο, να κοιτάω μέσα, να νομίζω πως έχω παρέα.
Γκ.: Α, γι'αυτό.
Μπ.: Και για κάτι άλλο, ρε κορόιδο. Όταν πίνω και κοιτάζω στον καθρέφτη, μου φαίνεται πως πίνω δυο φορές.
Γκ.: Πω, πω.. εσύ είσαι σκνίπα. Δεν ξέρεις τι λες. Έτσι γίνεσαι κάθε φορά που πίνεις κρασί;
Μπ.: Με συγχωρείς. Εγώ μεθάω σε δύο περιφτώσεις. Πρώτον, όταν είμαι στενοχωρημένος.
Γκ.: Και πότε άλλοτε;
Μπ.: Και όταν... δεν είμαι. Τώρα να φέρεις την οκά να σταθώ στα πόδια μου.
Γκ.: Αμέσως, πάνω να τη φέρω. Δώσε μια οκά στο πέντε.
(Φεύγει, ενώ ο μπεκρής τραγουδάει)
Κακούργα με κατήντησες
Ορχήστρα των τριόδων
(Το γκαρσόνι ξαναμπαίνει)Γκ.: Έφτασα. (Φέρνει μια οκά σε μποτίλια)
Μπ.: Τι είναι αυτό ρε; Μουρουνέλαιο Νορβηγίας σου ζήτησα και μου το φέρνεις στην μποτίλια; Κρασί στην οκά σου ζήτησα. Ντενεκέ, νταν, νταν, κατάλαβες;
Γκ.: Έτσι συνηθίζεται τώρα, ρε κύριος.
Μπ.: Τι λες ρε; Εγώ θέλω να πιο κρασί στην οκά. Δεν πίνω... Σάριζα.
Γκ.: Καλά. Πάω να σου φέρω μια οκά.
(Φεύγει και επιστρέφει μετά από λίγο μαζί με την οκά, που την υποδυόταν η ηθοποιός Όλγα Γαϊτάνου)
Γκ.: Έφτασε η οκά.
Μπ.: Έλα να μου ζήσεις γοργόνα μου. Να μου ζήσεις οκά μου.
(Απαγγέλει)
Που με σένα αν έπινε ο Σωκράτης το κώνειο,
θε να ζούσε, κυρά μου, την ζωήν την αιώνιον.
(Την παίρνει αγκαζέ και κάνουν να φύγουν)Γκ.: Πού την πας, λέω.
Μπ.: Στην κρασονιέρα μου, λέω.
Γκ.: Δεν βαριέσαι. Κάτσε δω, ρούφηξέ την, πιέ τηνε όλη. Κανείς δεν θα σ'ενοχλήσει.
Μπ.: Άντε, ρε οκά μου, να σου απαγγείλω τους χαιρετισμούς.
Οκά: Άντε, μουστερή μου!
Τραγούδι
Οκά: Κρασί αν γεμίσω, είμαι θεία συνταγή
για τις αρρώστιες όλες που 'χετε στη γη.
Μπ.: Πνίγεις μεράκια
διώχνεις φαρμάκια
και θεραπεύεις κάθε ερωτοπληγή.
ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ
Χαίρε των ερωτευμένων το φάρμακον,
όταν είσαι γνησία και ανέρωτος.
Χαίρε που είσαι το φλιτ στο κουνούπι του έρωτος.
Χαίρε που χαρίζεις την ζωή την επίγειο.
Χαίρει των ερωτευμένων το Ησαΐα χόρευε
και τοων παντρεμένων το διαζύγιο.
ρεφραίν
Με κρασί μια οκά
τι ντέρτια γλυκά
και Παρά είσου σμίξιμο
Άντε κόσμε, Άι ρε συ
με δίχως κρασί
θα ήσουν για πνίξιμο.
Μπ. Όταν δεν έχεις πουθενά να κοιμηθείς
και ξέρεις πως στους πάγκους θα ξημερωθείς.
Έννοια δεν βάζω
αγρόν αγοράζω
κι αρχίζω τότε να σου ψέλνω παρευθύς
Χαίρε που έλυσες το ζήτημα της στέγης το φλέγον,
χαίρε ο στεναγμός των αστέγων.
Χαίρε γιατί όποιος σε πιεί παρευθύς και παραχρήμα
στεγάζεται αμέσως δωρεάν,
γιατί κοιμάται εις το.. τμήμα.
ρεφραίν
Αν δείτε όλοι και σας δέρνουν οι καημοί
κι αν ακριβαίνει κάθε μέρα το ψωμί
Κι αν πεινάμε
και αν διψάμε,
όταν σε πίνω τα ξεχνάω στη στιγμή.
Χαίρε αρχή του παντός και το τέλος.
Χαίρε που είσαι συ θηλυκός Βενιζέλος,
καθ'ότι όλους τους φίλους σου τους αχώριστους
εσύ κυβερνάς και τους κάνεις αγνώριστους.
ρεφραίν
Όταν με πίνεις βλέπεις ίσα τα στραβά
και γνωστικά τότε θαρρείς τα παλαβά.
Όταν σε πίνω,
ψιλή δεν δίνω,
αν κυβερνώμαστε στον τόπο μας ζαβά.
Χαίρε των ταβερνών της Ελλάδος το καμάρωμα,
χαίρε η μπόχα της κρασίλας το κοσμικότατο άρωμα.
Χαίρε κι ας λένε τα στόματα τα φαύλα
διάφορες κατ'εσού φλυαρίες.
Χαίρε που σε πίνουμε και γινόμαστε τάβλα
και εν τη τάβλα ταύτη
ευρίσκουμε σανίδα σωτηρίας.
ρεφραίν
Εγώ τη γη όταν με πίνεις την κουνώ,
και όλο το σύμπαν μοναχή μου κυβερνώ
Σαν σε ρουφάω,
όλο γυρνάω
και μου 'ρχεται ένας οίστρος και αναφωνώ
Χαίρε που είσαι μια δύναμις που κάνει
το πάτωμα να γίνεται ταβάνι.
Χαίρε που όποιος σε πίνει περπατάει ίσια,
βλέπει την Ακρόπολη στο Φάληρο
και το Πασαλιμάνι στα.. Πατήσια.