Ο τεκές της Μαρίας
Επιστροφή στο Cantina Social (στοά Λεωκορίου 6-8), όπου ο Λεωνίδας Χαμοσφακίδης πίνει ακόμα τσίπουρα και η παρέα έχει μεγαλώσει. Αναμνήσεις, εικόνες και πληροφορίες για μια άλλη εποχή πέφτουν κατά ριπάς. «Εδώ παραπάνω γεννήθηκα, στην Ασωμάτων. Τότε ζούσαν οικογένειες σε σπίτια με αυλές, οι γειτόνισσες κάθονταν στις πόρτες. Στη γωνία υπήρχε ένας στάβλος με αγελάδες και πιο κάτω είχε μαγαζί ο πατέρας του Γιώργου Φούντα, του ηθοποιού, που έφτιαχνε γιαούρτι. Στη Μίκωνος μέχρι και στις αρχές του ’60 υπήρχε ο τελευταίος τεκές της περιοχής, ο τεκές της Μαρίας, και στην οδό Σαρρή ήταν το στέκι του Σίμου του υπαρξιστή» – τα πάρτι του οποίου μνημονεύει ο Λεωνίδας Χρηστάκης στο βιβλίο του «Της Αθήνας», που εκδόθηκε από την Τυφλόμυγα τον Ιούλιο του 2009, τρεις μήνες μετά το θάνατό του. Ο λόγος και πάλι στις ιστορίες του κυρίου Λεωνίδα: «Τα παλιά τα χρόνια υπήρχαν εδώ μάγκες και κουτσαβάκια. Οι μάγκες είχανε μπέσα, τα κουτσαβάκια ήτανε τύποι θρασύδειλοι που τραβάγανε μαχαίρι για ψύλλου πήδημα και τρομοκρατούσανε τον κόσμο. Μια φορά, λένε, καθότανε ένα κουτσαβάκι στο τέρμα της οδού Αγίων Αναργύρων και ψαχνότανε για καβγά. Είχε λύσει το ζωνάρι του και το είχε απλώσει κάτω στο δρόμο – και όλοι που τον ξέρανε κάνανε τον κύκλο για να μην περάσουν από πάνω. Εκείνη την ώρα εμφανίζεται από το πουθενά ένας βλάχος, Κρητικός πρέπει να ήτανε, που δεν ήξερε, και περνάει πάνω από το ζωνάρι. Σηκώνεται το κουτσαβάκι, τραβάει το μαχαίρι και τον χτυπάει. Αυτό ήτανε. Τον έκανε ασήκωτο ο Κρητικός κι εκείνο το κουτσαβάκι δεν το ξαναείδε κανείς στη γειτονιά».
πηγή
Και στην Αγίας Ελεούσης υπήρχε η μάντρα πάρκινγκ για τις άμαξες-ταξί
της εποχής μαζί με το μικρό σπιτάκι ενός αμαξά
που έμενε με την οικογένειά του
και όταν πέθανε η χήρα του νοίκιαζε τον χώρο σε αμαξάδες για να ζήσει
το παιδί της...τον θείο δηλαδή που συνήθιζε να δηλώνει με υπερηφάνεια
βέρος Αθηναίος.
Γνώριζε τους ταβερνιαρέους της Συνοικίας των Θεών από όπου ξεκίνησε
να δουλεύει από παιδί.
"Γκαρσονάκι ήμουνα..."έλεγε και δάκριζε....
Και μας έλεγε για τους κανταδόρους και κυρίως για τις ωραίες Πλακιώτισες
και ότι δεν βγήκε τυχαία το τραγούδι...
"Στης Πλάκας τις ανηφοριές, που γέρνουν οι κληματαριές
έχει κάτι Πλακιώτισσες, που λες ροδόσταμο τις πότισες..."
΄Αλλες εποχές.....
Πίσω στα παλιά