Σε ποιά συνοικία αλήθεια της Αθήνας κατέβαιναν οι θεοί του Ολύμπου να πιούν ξανθιά ρετσίνα και ποιά συνοικία τη λούζει καθημερινά το φως της Ακρόπολης, προσδίδοντάς της χαρακτήρα ιερό ; Σε πια περιοχή ακόμα τα πλακόστρωτα δρομάκια και οι ανηφοριές σου αναδίνουν ένα αίσθημα εσωτερικής ανάτασης, με τα πανέμορφα νεοκλασικά της κτίρια, να σου ταξιδεύουν το μυαλό σε αλλοτινές εποχές μαγικές; Απάντηση σε όλα αυτά μαζί δίνει η μοναδική Πλάκα !!! Η «ιερή» συνοικία της Αθήνας, που τραγουδήθηκε, αγαπήθηκε και λατρεύτηκε, όσο κανένα άλλο κομμάτι της Αθηναϊκής γής. Η Πλάκα είναι περισσότερο Αθήνα, απο οποιοδήποτε άλλη συνοικία της Αθήνας. Συνιστά την πιο παλιά περιοχή των Αθηνών και οριοθετείται χωροταξικά στους ΒΑ πρόποδες της Ακρόπολης. Η ονομασία Πλάκα υφίσταται απο το πέρας του 16-ου αιώνα και αναφέρονταν σε ένα μικρής έκτασης κομμάτι της σημερινής συνοικίας. Και ειδικώτερα το τμήμα γύρω απο το Μνημείο του Λυσικράτους, απο την οδό Τριπόδων μέχρι τον Άγιο Νικόλαο τον Ραγκαβή. Κατά τον σπουδαίο μας Αθηναιογράφο Δημήτριο Καμπούρογλου, στην διασταύρωση των οδών Θέσπιδος, Αδριανού και Τριπόδων υφίστατο μια μεγάλη άσπρη πλάκα, η οποία και προσέδωσε το όνομα σε εκείνη την περιοχή και μεθύστερα σε όλη την συνοικία. Κατά μια άλλη ερμηνεία το όνομα Πλάκα συναρτάτο με την επίπεδη μορφή τότε του εδάφους ήτοι : «επίπεδη γη, πεδιάς». Κατά μια άλλη ακόμα εκδοχή το όνομα Πλάκα με βάση τη ανάλυση του Κ. Μπίρη, κατάγεται απο την αρβανίτικη λέξη «πλάκ» που σημαίνει παλαιά, επομένως «Πλάκ Αθήνα» υποδηλώνει την Παλαιά Αθήνα και συναρτάται με την διαμονή, στην συνοικία στα τέλη του 16-ου αιώνα Αρβανιτών της Αργοναυπλίας, οι οποίοι καταδιωκόμενοι απο τους Τούρκους, επέλεξαν την περιοχή για να εγκατασταθούν, δινόντάς της και το επίθετο «Παλαιά». Σταδιακά έτσι ο χαρακτηρισμός άρχισε να περιγράφει ολάκερη την συνοικία. Άλλωστε απο αυτό το τοπωνύμιο και τους Αρβανίτες της Αθηναίους της Πλάκας, προήλθε ο χαρακτηρισμός «γκάγκαρος», που υποδηλώνει τον γηγενή Αθηναίο. Τον γεννημένο στην Αθήνα, απο παλιά αθηναϊκή οικογένεια. Επομένως «γκαγκαραίοι» ήταν οι αρβανίτηκης καταγωγής κάτοικοι της Πλάκας. Το επίθετο «γκάγκαρος» κατάγεται απο την λέξη «βάγκαρης», που σημαίνει τον απόστρατο μισθοφόρο, δοθέντος ότι αυτή την ιδιότητα έφεραν οι Αρβανίτες. Προϊόντος του χρόνου το επίθετο «βάγκαρης» παραφράστηκε σε «γκάγκαρης» και σταδιακά χαρακτήριζε όλους τους Αθηναίους πολίτες. Σύμφωνα εξάλλου με τον Δημήτριο Καμπούρογλου, «γκάγκαρους» αποκαλούσαν ειρωνικά τους Αθηναίους, οι Έλληνες άλλων περιοχών της χώρας. Αντικειμενικά η λέξη «γκάγκαρος» προέρχεται απο την λέξη «γκάγκαρο» η οποία υποδηλώνει το ξύλο που αμπαρώνει εσωτερικά τις πόρτες. Στην μεταφορική της εκδοχή, η λέξη παραπέμπει στους απόμακρους εσωστρεφείς ανθρώπους. Αφότου η Ελλάδα άλλαξε πρωτεύουσα και μεταφέρθηκε η έδρα της χώρας απο τον Ναύπλιο στην Αθήνα το 1834, η Πλάκα αποτέλεσε το επίκεντρο της πόλης. Το πρώτο δείγμα της αστικής της ανέλιξης για την εποχή, ήταν ότι η ακμάζουσα τότε αστική της τάξη, την προτίμησε για να οικοδομήσει τα αρχοντικά της. Δοθέντος όμως ότι με την πάροδο του χρόνου και ένεκα των πολλών αρχαιοτήτων της, η Πλάκα αποκτούσε προστατευτικέ δικλείδες, σε ότι αφορά την δόμηση, η αρχική αυτή αστική της τάξη, προσανατολίστηκε σε άλλες συνοικίες. Ήδη απο το 1930 οπότε και ξεκίνησαν οι διαδικασίες απαλοτρίωσης της αρχαίας αγοράς, οι διάφορες μελέτες που εκπονούνταν την χαρακτήριζαν διατηρητέα. Πάραυτα με τις γνωστές μας πολιτικές παρεμβάσεις, παρακάμπτονταν οι δεσμευτικές μας πολεοδομικές διατάξεις και η παράνομη δόμηση μεσουρανούσε. Παράλληλα η δυσανάλογη τουριστική ανάπτυξη για τα μεγέθη της περιοχής, τροφοδοτούσε με κίνητρα κάθε είδους παρανομία. Η πιο επώδυνη πολεοδομικά περίοδος για την συνοικία ήταν το διάστημα 1960-1980, που εξώθησε πολλούς κατοίκους την να την εγκαταλείψουν. Στα 1976 συνεστήθη η Συντονιστική Επιτροπή για την σωτηρία της Πλάκας, στην οποία πρωτοστάτησαν επώνυμοι Αθηναίοι, αλλά και πολιτισμικοί και κοινωνικοί φορείς. Αναφέρουμε ενδεικτικά την Ελληνική Εταιρεία διανοουμένων, τον Σύλλογο των Αθηναίων, αλλά και πολλοί άλλοι φορείς κύρους εξέφρασαν το ενδιαφέρον τους. Και το γεγονός αυτό συνέτεινε στο διαμορφωθεί ένα δίχτυ προστασίας για την περιοχή. Το 1979 ο τότε υπουργός Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος Στέφανος Μάνος, έλαβε δρακόντεια πολεοδομικά μέτρα για την προστασία της. Έκγονο αυτής της αυστηρής αντιμετώπισης, ήταν η πεζοδρόμηση πολλών οδών, δραστική περιστολή των διαφημιτικών πινακίδων και η ανακήρυξη πολλών νεοκλασικών κτιρίων ως διατηρητέων. Το 1982 τώρα και με την εμπνευσμένη παρέμβαση του αείμνηστου Αντώνη Τρίτση, η Πλάκα προστατεύτηκε και απο την ηχορύπανση με την απαγόρευση ων νυκτερινών κέντρων διασκέδασης, που προξενούσαν μεγάλο θόρυβο. Θα μπορούσε κανείς εύκολα να χαρακτηρίσει την Πλάκα ως ένα απέραντο Μουσείο, όλων των Σχολών Αρχιτεκτονικής αισθητικής. Μπορεί να βρεί κτίρια όλων των περιόδων και όλων των τεχνοτροπιών. Λιγότερα κτίρια μπορει να βρεί κανείς απο την οθωμανική περίοδο. Ενώ κάποια νεώτερα αυτής της περιόδου κτίρια, έχουν δεχτεί επηρεασμούς απο τον νεοκλασικισμό διατηρώντας ωστόσο τον λαϊκό χαρακτήρα τους. Συνίστανται σε λιθόκτιστα κεραμοσκεπή κτίρια, με κύριο γνώρισμά τους την αυλή, την ανοικτή στοά στο ισόγειο και το χαγιάτι στον όροφο. Οικοδομές της οθωνικής περιόδου υφίστανται περιμετρικά των Αέρηδων, όπως και σε άλλα σημεία της Πλάκας. Αναφέρουμε ενδεικτικά το διώροφο κτίριο τηε δεκαετίας του 1830 στην οδό Θρασυβούλου, καθώς και το διώροφο κτίριο στην διασταύρωση των οδών Επαμεινώνδα, Ποικίλης και Άρεως. Περιλαμβάνουν χωροταξικά, τους ίδιους χώρους, με τα προηγούμενα. Είναι ωστόσο πιο επιμελημένα εσωτερικά.
Παράλληλα υπάρχουν κτίρια νεοκλασικής τεχνοτροπίας, η οποία δεσπόζει αισθητικά στα τέλη του 19-ου αιώνα έως και το 1920, εκλεκτικιστικών ρυθμών, όπως και νεότερες εκφράσεις της μοντέρνας αρχιτεκτονικής του 1930. Χαρακτηριστική περίπτωση συνιστά ο συνοικισμός Αναφιώτικα, ο οποίος δημιουργήθηκε απο τους Αναφιώτες κατά βάση εσωτερικούς μετανάστες στην Αθήνα, αλλά και άλλους νησιώτες κτιστάδες, που στα μέσα του 19-ου αιώνα ήλθαν στην Αθήνα, πρός αναζήτηση καλυτέρας τύχης. Η αισθητική της συνοικίας παραπέμπει σε Αιγαιοπελαγίτικη τεχνοτροπία. Στην λατρεμένη Πλάκα διαβιούσαν μερικές απο τις πιο γραφικές φυσιογνωμίες της Παλιάς Αθήνας. Απο όλες γνωστότερος ο μπαρμπα Γιάννης ο Κανατάς, που γύρω στα 1860 έκανε την παρουσία του στην Αθήνα. Κατοικούσε στην οδό Υπερείδου και το επώνυμό του καθώς και η καταγωγή του ήταν άγνωστα. Καθημερινά με το γαϊδουράκι του κατάφορτο απο κανάτια, γύριζε όλη την Αθήνα για το μεροκάματο. Ενώ τις Κυριακές ντυμένος ως αριστοκράτης επισκέπτοναν τα καφενεία «Ωραία Ελλάς» και «Σολωνείον». Αποτελούσε συνήθως κοινωνικό θέμα της Αθήνας- και των εφημερίδων. Όταν μάλιστα τα απογεύματα επισκέπτονταν την Πλατεία Συντάγματος, η Φιλαρμονική της Φρουράς παιάνιζε το γνωστό για αυτόν άσμα, ο κόσμος τον χαιρετούσε με αγάπη και θέρμη καρδιάς και αυτός έβγαζε ιπποτικά το ημίψηλο καπέλο του. Πάραυτα γύρω στα 1880 ο κοσμαγάπητος μπαρμπα Γιάννης εξαφανίστηκε απο την Αθήνα, χωρίς ποτέ να βρεθούν τα ίχνη του. Ένα πολύ αγαπημένο αργότερα λαϊκό θέαμα, ξεκίνησε στα χρόνια της Οθωνικής περιόδου στα καφενεία της Πλάκας. Ετσι άρχισαν να παίζονται παραστάσεις καραγκιόζη, μάλλον απο τον μπαρμπα Γιάννη Βράχαλη. Πάραυτα υπήρξαν σοβαρές κοινωνικές ενστάσεις απο συντηρητικούς της εποχής, διότι ο καραγκιόζης θεωρήθηκε «άσεμνος» και υπονομευτικός των χρηστών ηθών. Ο καραγκιόζης κέρδιζε διαρκώς έδαφος ως λαϊκό θέαμα και κυριάρχησε στο κοινωνικό ενδιαφέρον τον 19-ο και τον 20-ο αιώνα. Κεντρικός χώρος για παράσταση καραγκιόζη στην Πλάκα, υπήρξε κατά τα χρόνια του μεσοπολέμου στην Πλατεία Λυσικράτους. Και ο ο πιο γνωστός καραγκοζοπαίχτης του χώρου αυτού, ήταν ο Χρήστος Χαρίδημος (1895-1970), ενώ και άλλοι επωνυμοι καραγκιοζοπαίχτες πέρασαν απο αυτόν το μπερντέ. Μεγάλη υπήρξε η συμμετοχή της Πλάκας στις εκδηλώσεις της Αποκριάς στην Αθήνα. Εκκίνηση των εκδηλώσεων αποτελούσε η συνοικία του Ψυρρή και απόληξή τους ήταν η Πλατεία της Φιλομούσου Εταιρείας. Ωστόσο το επίκεντρο των αποκριάτικων εκδηλώσεων απο το 1887 οπότε και συνεστήθη το κομιτάτο για την διοργάνωσή τους, το επίκεντρο μεταφέρθηκε απο την Πλάκα στην Πλατεία Ομονοίας, στην Πλατεία Συντάγματος και στην οδό Σταδίου. Πρωταγωνιστική υπήρξε ακόμα η συμμετοχή της Πλάκας στον αποκριάτικο πετροπόλεμο. Η ομάδα της ανταγνωνίζονταν σε δύναμη άλλε ισχυρές ομάδες, όπως του Θησείου, του Ψυρρή και των Πετραλώνων. Ο πετροπόλεμος όπως πέραν των Αποκριών καθιερώθηκε στις γειτονιές και τον υπόλοιπο χρόνο. Στις μάχες που ελάμβαναν χώρα χρησιμοποιούνταν και σφεντόνες, οπότε ήταν αναπότρεπτα και τα ατυχήματα. Ένα απο τα εμβληματικά στοιχεία της Πλάκας ήταν και οι ταβέρνες της. Η κλασική δομή αυτών των ταβερνών ήταν δυο σειρές μακρόστενων τραπεζιών, με πάγκους εν είδει καθισμάτων και περιμετρικά βαρέλια με κρασί.